Καραμανώφ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Καραμανώφ < άμεσο δάνειο από τη ρωσική Караманов (Karamánov) ή βουλγαρική Караманов (Karamánov) (μεταγραφή: Καραμάνοφ)
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Καραμανώφ αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
Δείτε επίσης
επεξεργασία- ισπανική Karamanoff (χιλιανό επώνυμο)
Μεταγραφές
επεξεργασίαως ελληνικό επώνυμο: