Καββαδά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Καββαδά < γενική ενικού του αρσενικού Καββαδάς
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ka.vaˈða/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Καβ‐βα‐δά
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚαββαδά θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΚαββαδά αρσενικό