Ιβάν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Ιβάν < σλαβικής προέλευσης , όπως από τη ρωσική και τη βουλγαρική Иван (Iván) κ.ά.
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΙβάν αρσενικό, άκλιτο (θηλυκό Ιβάνα)
Δείτε επίσης : Ίβαν |
Ιβάν αρσενικό, άκλιτο (θηλυκό Ιβάνα)