Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

inkling (en)

  1. ψήγμα γνώσης, νύξη, "μυρωδιά", ψύλλιασμα, μία ισχνή ιδέα (πχ. για το τι συμβαίνει)
  2. ακαθόριστη ή ελάχιστη ιδέα, υπόνοια