Συνεισφορές χρήστη 2A02:587:4105:9100:E4C7:2AB9:1F5F:471B
Για τον 2A02:587:4105:9100:E4C7:2AB9:1F5F:471B συζήτηση Καταγραφές φραγών καταγραφές καταγραφές καταχρήσεων
13 Μαρτίου 2016
- 11:1211:12, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. +42 Google Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
- 11:1011:10, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. +9 Ν λαγνοκοιτώ Νέα σελίδα: ogle{{x}} Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
- 11:0911:09, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. +545 Ν ogle Νέα σελίδα: =={{-en-}}== ==={{ρήμα|en}}=== '''ogle''' * λαγνοκοιτώ </poem> ogle ˈəʊɡ(ə)l/ verb 1. stare at in a lecherous manner. "he was ogling her breasts" synon... Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
- 11:0711:07, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. 0 mop up →oogle definitions Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
- 11:0711:07, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. +440 mop up →Δείτε επίσης: http://idioms.thefreedictionary.com/mop+up Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
- 11:0511:05, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. +156 Ν mop up Νέα σελίδα: =={{-en-}}== ==={{ρηματικός ιδιωματισμός|en}}=== ====ρηματικό σχήμα του mop==== ===={{βλέπε}}==== * Chimpanzee Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
- 11:0311:03, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. +5 Ν rectify Νέα σελίδα: {{X}} Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
- 10:3610:36, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. +5 Ν ιστοσυμβατότητα Νέα σελίδα: {{X}} Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
- 10:3410:34, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. +256 affinity Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
- 10:3010:30, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. +103 presumably →Επίρρημα Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
- 10:2110:21, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. −4 ορός →{{ουσιαστικό|el}}: '''. . . '''
- 10:2010:20, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. +4 ορός <br>
- 10:1910:19, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. +274 Ν Συζήτηση:αιματολογία Hematology, also spelled haematology (from the Greek αἷμα, haima "blood," and -λoγία), is the branch of medicine concerned with the study, diagnosis, treatment, and prevention of diseases related to blood. Hematology includes the study of etiolog τρέχουσα
- 10:1710:17, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. +938 ορός →Ουσιαστικό Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
- 09:4909:49, 13 Μαρτίου 2016 διαφ. ιστορ. +408 Ν σωματιδιακός =={{-el-}}== {{el-κλίσ-'καλός'}} ==={{ετυμολογία|el}}=== σωματιδιακός, -ή, -ό < σωματίδιο + -ακός ==={{προφορά|el}}=== /?/ ==={{ουσιαστικό|el}}=== '''σωματιδια... Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό