Γκρικοριάν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Γκρικοριάν < (μεταγραμματισμός) αγγλική Grikorian (ιδιαίτερα σπάνια μορφή του Grigoryan) < αρμενική Գրիգորյան (Grigoryan, Γκριγκοριάν)· πατρωνυμικό
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΓκρικοριάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
- (εξαιρετικά σπάνιο) επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο),[1] άλλη μορφή του Γκριγκοριάν