Γκιώνη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Γκιώνη < γενική ενικού του αρσενικού Γκιώνης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΓκιώνη θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΓκιώνη αρσενικό
Δείτε επίσης : γκιώνη, γκιόνη, Γκιόνη |
Γκιώνη θηλυκό άκλιτο
Γκιώνη αρσενικό