Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Γεωργαντζιάν : από επάγγελμα, προέλευσης από την αρμενική Յորղանճյան (Yorġančyan) ή Յորղանջյան (Yorġanǰyan) < οθωμανική τουρκική یورغانجی (yorğancı, παπλωματάς), με παρετυμολόγηση από το Γεώργιος, κατά το Γεωργαντζής.

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Γεωργαντζιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο

Άλλες μορφές επεξεργασία

Σημειώσεις επεξεργασία

  • Η μορφή αυτή, με το «[ν]», φαίνεται να απαντά μόνο ως μεταγραφή στο λατινικό αλφάβητο, Georgantzian, σε Έλληνες αρμενικής καταγωγής που μετανάστευσαν στο εξωτερικό.

Δείτε επίσης επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία