Βαγενά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Βαγενά < γενική ενικού του αρσενικού Βαγενάς
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /va.ʝeˈna/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βα‐γε‐νά
Κύριο όνομα επεξεργασία
Βαγενά θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Βαγενά αρσενικό