Βάλβη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Βάλβη < γενική ενικού του αρσενικού Βάλβης
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈval.vi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βάλ‐βη
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒάλβη θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΒάλβη αρσενικό