Άνουβις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Άνουβις < αρχαία ελληνική Ἄνουβις
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΆνουβις αρσενικό
- (αιγυπτιακή μυθολογία, θεωνύμιο) θεός της αιγυπτιακής μυθολογίας με κεφάλι τσακαλιού
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Άνουβις στη Βικιπαίδεια