ĝirafo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ĝirafo | ĝirafoj |
αιτιατική | ĝirafon | ĝirafojn |
ĝirafo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ĝirafo | ĝirafoj |
αιτιατική | ĝirafon | ĝirafojn |
ĝirafo (eo)