étranger
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαétranger (fr)
Επίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | étranger | étrangers |
θηλυκό | étrangère | étrangères |
étranger (fr)
étranger (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | étranger | étrangers |
θηλυκό | étrangère | étrangères |
étranger (fr)