Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
échec
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Προφορά
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
échec
échecs
échec
(fr)
αρσενικό
η
αποτυχία
,
τζίφος
! (
λαϊκότροπο
)
(
σκάκι
)
échecs/jeu d'échecs
, το
σκάκι
Συγγενικά
επεξεργασία
échecs
échiquéen
-
échiquéenne
échiqueté
-
échiquetée
échiquier