Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αποσβένω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
αποσβένω
<
αρχαία ελληνική
ἀποσβέννυμι
Ρήμα
επεξεργασία
αποσβένω
(
παθητική φωνή
:
αποσβένομαι
)
κάνω
απόσβεση
άλλη μορφή
του
αποσβήνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αποσβένω