written (en) (χωρίς παραθετικά)

  • γραπτός
      the written word and the spoken word - ο γραπτός λόγος και ο προφορικός λόγος
      Her spoken English is better than her written.
    Τα προφορικά της στα αγγλικά είναι καλύτερα από τα γραπτά της.

Ρηματικός τύπος

επεξεργασία