Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
waistband waistbands

  Ετυμολογία επεξεργασία

waistband < waist + band

  Ουσιαστικό επεξεργασία

waistband (en)

  • η μέση, το μέρος του ενδύματος που αντιστοιχεί στη μέση
    pants with an elastic waistband - παντελονια με λαστιχο στη μεση
     συνώνυμα: waist