vipuro
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | vipuro | vipuroj |
αιτιατική | vipuron | vipurojn |
vipuro (eo)
- η οχιά
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | vipuro | vipuroj |
αιτιατική | vipuron | vipurojn |
vipuro (eo)