Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
villager villagers

  Ετυμολογία επεξεργασία

villager < village + -er

  Ουσιαστικό επεξεργασία

villager (en)

  Πηγές επεξεργασία