verando
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- verando < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | verando | verandoj |
αιτιατική | verandon | verandojn |
verando (eo)
- η βεράντα
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | verando | verandoj |
αιτιατική | verandon | verandojn |
verando (eo)