vampirique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- vampirique < vampire
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /vɑ̃.pi.ʁik/
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
vampirique | vampiriques |
vampirique (fr)
- που αφορά τους βρικόλακες, τα βαμπίρ
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη vampire