upstairs
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | upstairs |
συγκριτικός | further upstairs |
υπερθετικός | furthest upstairs |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαupstairs (en)
- πάνω, στο πάνω πάτωμα
- ⮡ Is father upstairs?
- Είναι ο πατέρας πάνω;
- ⮡ Are you upstairs or downstairs?
- Είστε επάνω ή κάτω;
- ⮡ Downstairs is the workroom and upstairs the house.
- Κάτω είναι το εργαστήριο κι επάνω στο σπίτι.
- ≠ αντώνυμα: downstairs
- ⮡ Is father upstairs?
Πηγές
επεξεργασία- upstairs - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 315. ISBN 9780194325684., λήμμα: (ε)πάνω