typed
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαtyped (en)
- δακτυλογραφημένος
- (πληροφορική) οι μεταβλητές, οι εκφράσεις και οι τιμές που ανήκουν σε κάποιο τύπο δεδομένων (data type)
- (πληροφορική) η γλώσσα προγραμματισμού στην οποία οι μεταβλητές ανήκουν σε κάποιο τύπο δεδομένων (data type)
Αντώνυμα
επεξεργασίαΥπερώνυμα
επεξεργασίαΥπώνυμα
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαtyped (en)