troupier
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | troupier | troupiers |
θηλυκό | troupière | troupières |
troupier (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | troupier | troupiers |
θηλυκό | troupière | troupières |
troupier (fr) αρσενικό