trogo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- trogo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | trogo | trogoj |
αιτιατική | trogon | trogojn |
trogo (eo)
- η γούρνα
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | trogo | trogoj |
αιτιατική | trogon | trogojn |
trogo (eo)