toxique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
toxique < λατινική toxicus < toxicum
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
toxique (fr)
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
toxique | toxiques |
toxique (fr) αρσενικό
toxique < λατινική toxicus < toxicum
toxique (fr)
ενικός | πληθυντικός |
toxique | toxiques |
toxique (fr) αρσενικό