Τουρκικά (tr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

toprağa düşmek < toprağa ("toprak" στην δοτική του ενικού) < toprak ("χώμα") & düşmek ("πέφτω") (κυριολεκτικά: πέφτω στο χώμα)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /tɔpɾɑːˈɑ dyʃˈmɛc/

  Ρήμα επεξεργασία

toprağa düşmek (tr)

Κλίση επεξεργασία