titanique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
titanique | titaniques |
Επίθετο επεξεργασία
titanique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- τιτάνιος, γιγαντιαίος
- τιτανικός, σχετικός με το τιτάνιο
ενικός | πληθυντικός |
titanique | titaniques |
titanique (fr) αρσενικό ή θηλυκό