Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

tire-braise < tirer + braise

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ενικός πληθυντικός
tire-braise tire-braise
και tire-braises

tire-braise (fr) αρσενικό