Επίρρημα

επεξεργασία

though (en) (χωρίς παραθετικά)

  Σύνδεσμος

επεξεργασία

though (en)

  • εντούτοις, μολονότι, αν και
    ⮡  There were a lot of discussion; though, the problem is not solved yet.
    Έγιναν πολλές συζητήσεις· εντούτοις το πρόβλημα δε λύθηκε ακόμη.
    ⮡  He listened to every word carefully, though he didn’t understand them.
    Άκουγε κάθε λέξη τους προσεκτικά, μολονότι δεν τους καταλάβαινε.
    ⮡  Though he didn’t speak. we understood what he was thinking.
    Αν και δε μίλησε, καταλάβαμε τι σκεφτόταν.
     συνώνυμα: → δείτε τον όρο even though