temperate
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | temperate |
συγκριτικός | more temperate |
υπερθετικός | most temperate |
Επίθετο
επεξεργασίαtemperate (en)
παραθετικά | |
θετικός | temperate |
συγκριτικός | more temperate |
υπερθετικός | most temperate |
temperate (en)