telfero
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- telfero < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | telfero | telferoj |
αιτιατική | telferon | telferojn |
telfero (eo)
- το τελεφερίκ
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | telfero | telferoj |
αιτιατική | telferon | telferojn |
telfero (eo)