tardif
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | tardif | tardifs |
θηλυκό | tardive | tardives |
Επίθετο
επεξεργασίαtardif (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | tardif | tardifs |
θηλυκό | tardive | tardives |
tardif (fr) αρσενικό