tale
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
tale | tales |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαtale (en)
Εκφράσεις
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- tale - Oxford Learner's Dictionaries
- tale - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)
Ίντο (io)
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαtale (io)