taktiko
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | taktiko | taktikoj |
αιτιατική | taktikon | taktikojn |
taktiko (eo)
- η τακτική
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | taktiko | taktikoj |
αιτιατική | taktikon | taktikojn |
taktiko (eo)