tabako
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- tabako < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | tabako | tabakoj |
αιτιατική | tabakon | tabakojn |
tabako (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | tabako | tabakoj |
αιτιατική | tabakon | tabakojn |
tabako (eo)