télescope
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
télescope | télescopes |
télescope (fr) αρσενικό
Δείτε επίσης : telescope, Telescope, Télescope |
ενικός | πληθυντικός |
télescope | télescopes |
télescope (fr) αρσενικό