symphony
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
symphony | symphonies |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαsymphony (en)
- (μουσική) η συμφωνία
- ⮡ The symphony orchestra doesn’t have guitars.
- Η συμφωνική ορχήστρα δεν έχει κιθάρες.
- ⮡ The symphony orchestra doesn’t have guitars.
- αρμονία, ταίριασμα