superposition
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαsuperposition (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
superposition | superpositions |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαsuperposition (fr) θηλυκό
superposition (en)
ενικός | πληθυντικός |
superposition | superpositions |
superposition (fr) θηλυκό