sunbano
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sunbano | sunbanoj |
αιτιατική | sunbanon | sunbanojn |
sunbano (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sunbano | sunbanoj |
αιτιατική | sunbanon | sunbanojn |
sunbano (eo)