Αγγλικά (en) επεξεργασία

παραθετικά
θετικός subconsciously
συγκριτικός more subconsciously
υπερθετικός most subconsciously

  Ετυμολογία επεξεργασία

subconsciously < subconscious + -ly

  Επίρρημα επεξεργασία

subconsciously (en)

  • υποσυνείδητα, ως αποτέλεσμα συναισθημάτων που επηρεάζουν τη συμπεριφορά μου παρόλο που δεν τα γνωρίζω
    Each person has their own dreams—intuitive, subconsciously internalized experiences—and proceeds to turn their dream into a goal, which they must achieve.
    Κάθε άνθρωπος έχει το δικό του όνειρο -διαισθητικές, υποσυνείδητα εσωτερικευμένες εμπειρίες- και στη συνέχεια μετατρέπει το όνειρό του σε στόχο, τον οποίο πρέπει να επιτύχει.

  Πηγές επεξεργασία