strategio
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | strategio | strategioj |
αιτιατική | strategion | strategiojn |
strategio (eo)
Ίντο (io)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαstrategio (io)