sporo
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΑριθμητικό
επεξεργασίαsporo (pl) (αόριστο) (χωρίς παραθετικά) άκλιτο
Συνώνυμα
επεξεργασίαΑντώνυμα
επεξεργασίαΣημειώσεις
επεξεργασία- συντάσσεται με γενική (dopełniacz) πληθυντικού
sporo (pl) (αόριστο) (χωρίς παραθετικά) άκλιτο