• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

skok

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Πολωνικά (pl)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικές λέξεις
  • 2 Τσεχικά (cs)
    • 2.1 Ετυμολογία
    • 2.2 Προφορά
    • 2.3 Ουσιαστικό

Πολωνικά (pl)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

skok < πρωτοσλαβική skokъ

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /skɔk/

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

skok (pl) αρσενικό

  1. το πήδημα, το άλμα
  2. (αθλητισμός) το άλμα

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • skok w dal: άλμα εις μήκος
  • skok wzwyż: άλμα εις ύψος
  • skok o tyczce: άλμα επί κοντώ
  • trójskok: τριπλούν



Τσεχικά (cs)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

skok < πρωτοσλαβική skokъ

  ΠροφοράΕπεξεργασία

 Ήχος (βοήθεια·αρχείο)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

skok (cs) αρσενικό

  • το πήδημα, το άλμα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=skok&oldid=5320787"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Οκτωβρίου 2021, στις 05:38

Γλώσσες

    • Čeština
    • Deutsch
    • English
    • Suomi
    • Français
    • Magyar
    • Ido
    • Malagasy
    • Nederlands
    • Polski
    • Русский
    • Srpskohrvatski / српскохрватски
    • Slovenčina
    • Српски / srpski
    • Svenska
    • Тоҷикӣ
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Οκτωβρίου 2021, στις 05:38.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie