skafandro
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | skafandro | skafandroj |
αιτιατική | skafandron | skafandrojn |
skafandro (eo)
- το σκάφανδρο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | skafandro | skafandroj |
αιτιατική | skafandron | skafandrojn |
skafandro (eo)