sitio
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sitio | sitioj |
αιτιατική | sition | sitiojn |
sitio (eo)
- ο χώρος
- (πληροφορική) ο ιστοχώρος
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sitio | sitioj |
αιτιατική | sition | sitiojn |
sitio (eo)