Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
shopping shoppings

  Ουσιαστικό επεξεργασία

shopping (en)

  • τα ψώνια
    We went out shopping.
    Βγήκαμε για ψώνια.

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

shopping (en)