Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
set sail
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Έκφραση
1.3
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
set sail
< →
δείτε
τις λέξεις
set
και
sail
Έκφραση
επεξεργασία
set sail
(en)
(
ιδιωματισμός
)
αποπλέω
,
σαλπάρω
⮡
The ship will
set sail
tomorrow morning.
Το πλοίο θα
αποπλεύσει
αύριο το πρωί.
⮡
What time will
we be setting sail
?
Τι ώρα θα
σαλπάρουμε
;
≈
συνώνυμα
:
sail
Πηγές
επεξεργασία
sail (idioms): set sail (from/for…)
-
Oxford Learner's Dictionaries