seminario
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- seminario < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | seminario | seminarioj |
αιτιατική | seminarion | seminariojn |
seminario (eo)
- το σεμινάριο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | seminario | seminarioj |
αιτιατική | seminarion | seminariojn |
seminario (eo)