ενεστώτας sell off
γ΄ ενικό ενεστώτα sells off
αόριστος sold off
παθητική μετοχή sold off
ενεργητική μετοχή selling off

  Ετυμολογία

επεξεργασία
→ δείτε τις λέξεις sell και off

sell off (en)